Στα μεγάλα βάθη της ανθρώπινης ιστορίας, ως εκεί που μπορούμε σήμερα να γνωρίζουμε, τα «ουράνια» ήταν πάντα η επικράτεια των θεών. Στην ανθρώπινη σκέψη τα όντα που κατοικούσαν σ’ έναν κόσμο πέρα από τη Γη, θεωρούνταν συνήθως υπερφυσικά.
Τα φυσικά φαινόμενα που διαδραματίζονται σ’ αυτό το κοσμικό κύτταρο, μόλις τους τελευταίους τρεις αιώνες άρχισαν να κατανοούνται πλήρως και να εξηγούνται με σαφήνεια. Όμως για το υπόλοιπο χρονικό διάστημα από την εμφάνιση του Homo sapiens έως και πρόσφατα, η καταιγίδα που έφερνε καταστροφικές κατολισθήσεις, ο καύσωνας που ακολουθούνταν από ξηρασία, οι κεραυνοί που σκότωναν ζώα και ανθρώπους, αποδίδονταν σε ενέργειες υπερφυσικών όντων, τα οποία, σύμφωνα με τις τότε αντιλήψεις, προχωρούσαν σ’ αυτές τις εκδηλώσεις είτε γιατί θύμωναν με τους ανθρώπους, είτε γιατί μάλωναν μεταξύ τους, είτε -γιατί όχι- διασκέδαζαν με τα αδύναμα πλάσματα της Γης.
Μέσα στο ανθρώπινο πλήθος πάντα ξεχώριζαν κάποιοι, που ήταν πιο συνετοί ή περισσότερο σκεπτόμενοι ή πιο πονηροί και ήταν αυτοί που αναλάμβαναν να επικοινωνούν με αυτά τα υπερφυσικά όντα (θεούς), να τα εξευμενίζουν και κατ’ ανάγκη να μεταφέρουν τις επιθυμίες τους στους υπολοίπους που βέβαια «κατά σύμπτωση» εξυπηρετούσαν και τους ίδιους .
Έτσι αυτοί οι «ολίγοι» καθιερώνονταν ως οι εκλεκτοί, ή ως η κοσμική εξουσία της θεότητας, ή ως ιεροί μεσίτες. Δεν ήταν δύσκολο να δημιουργήσουν κλίκες με ιεραρχική οργάνωση, να αναλαμβάνουν τη διοίκηση των πληθυσμών ή να εμπλέκονται έμμεσα σ’ αυτή και να αναπτύσσουν φιλοσοφίες με βασικό συστατικό την αμετάκλητη πίστη και υπακοή στις θεότητες ή τον θεό, που ονομάστηκαν θρησκείες.
Στην ανθρώπινη ιστορία, μέσα στους λαούς της Γης γεννήθηκαν δεκάδες ή ίσως εκατοντάδες τέτοιες δοξασίες που έφτασαν στο ζενίθ τους παράκμασαν και άφησαν τη θέση τους σε νεότερες, πάντα όμως διαθέτοντας το ίδιο ατέλειωτο εμπόρευμα απαραίτητο ίαμα στις αγωνίες και πνευματικές αδυναμίες του αφελούς πλήθους.
Με το πέρασμα του χρόνου, η εξέλιξη και αναβάθμιση της ανθρώπινης νόησης οδήγησε σε νέους τρόπους σκέψης που είχαν σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική αντίληψη για τον πραγματικό κόσμο, ενώ στην έκφραση της περιείχε ένα επίσης καινούργιο χαρακτηριστικό τον ορθό λόγο και την αμετάκλητη τεκμηρίωση του.
Αυτός ο νέος τρόπος αντίληψης του κόσμου που ζούμε ονομάστηκε επιστήμη, όρος που καθιερώθηκε από τον Πλάτωνα και σήμαινε την ασφαλή και αναμφίβολη γνώση.
Αργότερα συστηματοποιήθηκε από τον Αριστοτέλη και τους άλλους φιλόσοφους, οι οποίοι δεν αρκούνταν πια μόνο στη γνώση ενός γεγονότος, αλλά αναζητούσαν και τα αίτια του. Σήμερα είναι το σύνολο των γνώσεων που συνδέονται οργανικά μεταξύ τους, ανήκουν στην ίδια κατηγορία και έχουν αντικειμενικό κύρος.
Μετά την ανακάλυψη του τηλεσκοπίου το 1608 από τον Ολλανδό Χανς Λίππερσχαϋ και τη χρήση του από τον Γαλιλαίο, οι άνθρωποι απόχτησαν μια φευγαλέα εικόνα της απεραντοσύνης του σύμπαντος με την αποκάλυψη χιλιάδων άλλων αστέρων, αόρατων στο γυμνό μάτι, και δημιουργήθηκε η πρώτη υποψία για την ύπαρξη και άλλων ηλιακών συστημάτων.
Το όλο ζήτημα τοποθετήθηκε σε πιο ασφαλή βάση με το έργο του Ισαάκ Νεύτωνα, του οποίου οι νόμοι της κίνησης και της βαρύτητας, άνοιξαν τις πόρτες σε μια ολοκληρωμένη θεωρητική και μαθηματική ανάλυση της δομής του σύμπαντος.
Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος της παγκόσμιας έλξης συνεπαγόταν ότι και τα άλλα άστρα, ή ήλιοι, υπόκεινται στις ίδιες φυσικές διεργασίες στις οποίες υπόκειται και το δικό μας ηλιακό σύστημα, συνεπώς, και αυτά τα άστρα μπορεί να έχουν δικά τους πλανητικά συστήματα.
Έτσι ήρθαν πάλι στο προσκήνιο παλαιότερες απόψεις περί πολλών κόσμων και μάλιστα κατοικημένων από νοήμονα όντα.
Η ιδέα της ύπαρξης πλήθους κατοικημένων κόσμων χρονολογείται από την αυγή της έλλογης σκέψης και της επιστημονικής αναζήτησης. Από την αρχαία ελληνική ιστορία ανασύρουμε σαφή στοιχεία για άλλους κόσμους μέσα από τις θεωρήσεις των Ελλήνων φιλοσόφων:
«Υπάρχουν άπειροι κόσμοι, άλλοι όμοιοι και άλλοι διαφορετικοί από τον δικό μας κόσμο.
Επειδή τα άτομα που είναι άπειρα σε αριθμό…. φτάνουν ως τις πιο μακρινές αποστάσεις.
Διότι αυτά τα άτομα που η φύση τους είναι τέτοια ώστε ένας κόσμος θα μπορέσει να γεννηθεί
ή να δημιουργηθεί από αυτά, δεν εξαντλήθηκαν σε ένα κόσμο ή σε περιορισμένο αριθμό κόσμων….
Έτσι δεν υπάρχει πουθενά εμπόδιο για την ύπαρξη άπειρων κόσμων…. Πρέπει να πιστέψουμε
ότι σε όλους τους κόσμους υπάρχουν ζωντανά πλάσματα και φυτά και άλλα πράγματα που
βλέπουμε σε αυτόν εδώ τον κόσμο».
Πρόκειται για ένα απόσπασμα από μία επιστολή του Έλληνα φιλοσόφου Επίκουρου προς τον Ηρόδοτο τον 4ο αιώνα π.Χ. Τον 3ο π.Χ. αιώνα ο Λεύκιππος και ο Διογένης ο Λαέρτιος περιέγραφαν τον σχηματισμό άλλων κόσμων και λίγο αργότερα ο Λατίνος ποιητής και φιλόσοφος Λουκρήτιος, επαναλάμβανε το επιχείρημα του Επίκουρου, ότι με δεδομένο το άπειρο πλήθος ατόμων δεν υπάρχει προφανές εμπόδιο για τον σχηματισμό άλλων κόσμων.
Η ιδέα της εξωγήινης ζωής ήταν οπωσδήποτε κοινό θέμα συζήτησης μεταξύ των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων.
Οι Πυθαγόρειοι είχαν την άποψη ότι η Σελήνη κατοικούνταν από όντα ανώτερα αυτών της Γης και μεταγενέστερα ο Έλληνας δοκιμιογράφος Πλούταρχος (46 – 120μ.Χ), συγκρίνοντας τη Σελήνη με τη Γη, διατύπωνε σκέψεις αναφορικά με τη φύση και τις προθέσεις των κατοίκων της Σελήνης. Μάλιστα νόμιζε ότι οι σκοτεινές περιοχές της επιφάνειας του δορυφόρου μας, είναι θάλασσες, περιγραφή που επιβιώνει μέχρι και σήμερα στην ονομασία αυτών των περιοχών.
Με την ανάπτυξη της σύγχρονης επιστήμης και την εργασία του Κοπέρνικου όπου αποδεικνυόταν ότι η Γη δεν βρίσκεται στο κέντρο του Σύμπαντος -αντίθετα η Γη και οι άλλοι πλανήτες κινούνται σε τροχιά γύρω από τον Ήλιο- επικράτησε για τα καλά η αντίληψη ότι οι πλανήτες είναι μάλλον άλλοι κόσμοι, λίγο πολύ σαν τη Γη, παρά μυστηριώδης ουράνιες οντότητες.
Την πρωτοπορία σ’ αυτή τη μεταστροφή την είχε ο δομινικανός μοναχός και σχολαστικός φιλόσοφος Giordano Bruno. Για τις ιδέες του χαρακτηρίστηκε αποστάτης και αναγκάστηκε να φύγει από την Ιταλία το 1584 και να πάει να εργαστεί στην Οξφόρδη, όπου και ανέπτυξε την πίστη του στο Κοπερνίκειο αστρονομικό σύστημα, όσο και στην ύπαρξη άπειρου πλήθους κατοικημένων κόσμων.
Στο βιβλίο του «Περί άπειρου σύμπαντος και κόσμων», διέκρινε τα άστρα από τους πλανήτες, όμως με πιθανότητα λάθους, αφού υποστήριζε πως και οι δύο κατηγορίες σωμάτων κατοικούνταν. Δυστυχώς αυτές οι απόψεις θεωρήθηκαν επικίνδυνες από την Ιερά Εξέταση και όταν ο Bruno επέστρεψε στην Ιταλία το 1592, συνελήφθη και οκτώ χρόνια αργότερα το 1600 θανατώθηκε στην πυρά, με την κατηγορία του αιρετικού.
Όμως εκείνη την εποχή η επιστημονική επανάσταση βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη.
Ο Kepler μελέτησε τη Σελήνη και την συνέκρινε έντονα με τη Γη όπως είχε κάνει και ο Πλούταρχος, αλλά όλως περιέργως αντέστρεψε την ερμηνεία του, δηλώνοντας ότι οι φωτεινές περιοχές της σεληνιακής επιφάνειας ήταν θάλασσες. Υπέθεσε επίσης πως οι κάτοικοι της Σελήνης είχαν πολύ μεγαλύτερα σώματα και ανθεκτικότερη κράση από εμάς, λόγω των μεγάλων σεληνιακών ημερών.
Οι υποθέσεις όμως περί άλλων κατοικημένων κόσμων αυξήθηκαν με μαθηματική πρόοδο, μόλις ο Γαλιλαίος έστρεψε το τηλεσκόπιο του στα ουράνια. Αυτό είχε ως επακόλουθο κατά τον 17ο αιώνα να δημοσιευθούν πολλά έργα, σ’ ολόκληρη την Ευρώπη στα οποία μελετούνταν οι επιπτώσεις της νέας αστρονομίας και της τροποποιημένης θεώρησης του κόσμου.
Ο Γαλιλαίος στο «Διάλογό» του εξέταζε κατά πόσο η Σελήνη και οι πλανήτες μπορούσαν να συντηρήσουν κατοίκους σαν εμάς.
Ο Άγγλος κληρικός John Wilkins στο βιβλίο του «Ανακάλυψη ενός κόσμου στη Σελήνη» που πρωτοεκδόθηκε το 1638 υποστήριξε σθεναρά την άποψη ότι υπάρχουν κάτοικοι στη Σελήνη.
Ο Kepler αναγνωρίζοντας τους θεολογικούς κινδύνους που επιφύλλασε η ιδέα περί άλλων κατοικημένων κόσμων υπογράμμιζε: «Εάν υπάρχουν σφαίρες στον ουρανό παρόμοιες με τη δική μας….τότε πως είναι δυνατόν τα πάντα να υπάρχουν για χάρη των ανθρώπων; Πως μπορούμε να είμαστε κύριοι των δημιουργημάτων του Θεού;».
Μπορεί ο Γαλιλαίος να ανέλυσε τον Γαλαξία σε μεμονωμένα άστρα, δίνοντας έτσι μια πρώτη φευγαλέα εικόνα της απεραντοσύνης του Σύμπαντος, όμως ο Ισαάκ Νεύτων ήταν εκείνος που τοποθέτησε τελικά αυτά τα ζητήματα σε μια πιο ασφαλή βάση.
Ο νόμος της παγκόσμιας έλξης όπως ήδη αναφέρθηκε συνεπαγόταν ότι και άλλα άστρα ή ήλιοι, υπόκεινται στις ίδιες φυσικές διεργασίες στις οποίες υπόκειται και το δικό μας ηλιακό σύστημα, συνεπώς, και αυτά τα άστρα μπορεί να έχουν τα δικά τους πλανητικά συστήματα.
Στα τέλη του 17ου αιώνα ο Ολλανδός αστρονόμος και φυσικός Cristiaan Huygens δημοσίευσε μια λεπτομερή πραγματεία περί εξωγήινης ζωής με τον τίτλο «Κοσμοθεωρία», στην οποία ισχυρίστηκε ότι αρμόζει σε μια αγαθοεργό θεότητα να προικίσει άλλους κόσμους με ζωή και νοήμονα όντα. Αμφισβήτησε όμως ότι η Σελήνη ήταν κατάλληλος τόπος για να υπάρχει ζωή.
Στην Αγγλία ο Richard Bentley επικαλέστηκε τον Νευτωνισμό στην προσπάθεια του να καταδείξει τις πράξεις του Θεού στο φυσικό Σύμπαν, αναπτύσσοντας το επιχείρημα, ότι ο Θεός δεν θα δημιουργούσε τόσα πολλά άστρα, τα περισσότερα από τα οποία δεν φαίνονται από τη Γη με γυμνό οφθαλμό, για χάρη του ανθρώπου. Άρα, πρέπει να υπάρχουν προς όφελος εκείνων που ζουν στους πλανήτες οι οποίοι βρίσκονται κοντά σ’ αυτά τα άστρα.
Η πίστη ότι το Σύμπαν είναι γεμάτο από κατοικημένους πλανήτες παρέμεινε ευρέως διαδεδομένη ολόκληρο τον 17ο αιώνα, έτσι ώστε ο μεγάλος φιλόσοφος του 18ου αιώνα Immanuel Kant μπορούσε να γράφει εκτενώς σχετικά με το ζήτημα των εξωγήινων όντων, χωρίς το φόβο να γελοιοποιηθεί.
Το 1853 ο φιλόσοφος William Whewell, διευθυντής του Trinity College του Καίμπριτζ, δημοσίευσε ανώνυμα ένα φυλλάδιο με τον τίτλο «Περί του πλήθους των κόσμων» πραγματευόμενος την ιδέα με φιλοσοφικά, θεολογικά και επιστημονικά κριτήρια προκαλώντας έντονες συζητήσεις στις οποίες εξετάστηκαν οι επιπτώσεις της ύπαρξης εξωγήινων κόσμων παράλληλα με επιστημονικά θέματα.
Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα οι συζητήσεις πάνω στην ιδέα της εξωγήινης ζωής, είχαν πάρει μεγάλη έκταση σχεδόν σε ολόκληρο τον πλανήτη. Συμπεράσματα και απόψεις παρουσιαζόταν σε βιβλία και φυλλάδια, εφημερίδες και περιοδικά, σε κηρύγματα και ερμηνείες γραφών, σε ποιήματα και θεατρικά έργα, ακόμη και σε κάποιον ύμνο ή πάνω σε μια ταφόπετρα.
Καθηγητές πανεπιστημίων και διευθυντές αστεροσκοπείων, πλοίαρχοι και αρχηγοί κρατών, ριζοσπάστες και συντηρητικοί, επιστήμονες και σοφοί, ορθόδοξοι και ετερόδοξοι, όλοι είχαν κάτι να πουν.
Το κλίμα όμως άλλαξε κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα αφού επικράτησε ο σκεπτικισμός και η αυστηρή έρευνα, που άρχισε να αποθαρρύνει την αχαλίνωτη εικοτολογία σχετικά με την ύπαρξη εξωγήινων όντων.
Καθώς οι ενδείξεις της αστρονομίας άρχισαν να αυξάνονται, οι επιστήμονες άρχισαν να εγκαταλείπουν την ιδέα περί άλλων κατοικημένων κόσμων. Το φιλοσοφικό επιχείρημα ότι, απλώς επειδή υπάρχουν άλλοι πλανήτες, πρέπει να κατοικούνται, έχασε την ισχύ του.
Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ίσως ο Ιταλός αστρονόμος Giovanni Schiaparelli, ο οποίος μελετώντας λεπτομερώς τον Άρη, ανέφερε, το 1877, την ύπαρξη σκούρων γραμμών στην επιφάνειά του. Γι’ αυτά τα χαρακτηριστικά χρησιμοποίησε τη λέξη canali που στα Ιταλικά σημαίνει φυσικές διώρυγες ή κοίτες, με αποτέλεσμα οι παρατηρήσεις του να παρεξηγηθούν από τον αγγλόφωνο κόσμο ως αναφερόμενες σε “canals”, που στα αγγλικά σημαίνει τεχνητές διώρυγες.
Οι αστρονόμοι ενθουσιάστηκαν και άρχισαν να διερευνούν εξονυχιστικά τον κόκκινο πλανήτη αναζητώντας ενδείξεις ζωής. Άρχισαν να δημοσιεύονται χάρτες της επιφάνειας του Άρη όπου επιδεικνύονταν τα περίτεχνα δίκτυα γραμμώσεων, ενώ ο Αμερικανός αστρονόμος Percival Lowell, ίδρυσε το αστεροσκοπείο Lowell στην Αριζόνα κυρίως για τη μελέτη των καναλιών του Άρη. Ο ίδιος δήλωνε με ενθουσιασμό: «…το ότι ο Άρης κατοικείται από κάποιου είδους όντα μπορούμε να το θεωρήσουμε τόσο βέβαιο, όσο είναι βέβαιο τι μπορεί να είναι αυτά τα όντα».
Παρ’ όλα αυτά και κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, οι συζητήσεις γύρω από την εξωγήινη ζωή περιοριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στη λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας και παρ’ ότι οι ιστορίες είχαν ένα επίχρισμα επιστήμης, ήταν απροκάλυπτα φανταστικές.
Όμως κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με την ανάπτυξη συστημάτων εναέριων συγκρούσεων, κυρίως αεριωθούμενων αεροπλάνων, ραντάρ, πυραύλων και της ατομικής βόμβας, υπήρξε νέα ευαισθητοποίηση του κόσμου σε ότι αφορούσε την απειλή από τον ουρανό.
Φάνηκε πως μόνο ένα μικρό βήμα χώριζε την πραγματικότητα του βλήματος V2 από αυτήν ενός διαστημοπλοίου που μεταφέρει εξωγήινους με ανώτερο οπλισμό.
Ήταν η μεγάλη ευκαιρία για τους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας και δημιουργούς κινούμενων σχεδίων και ταινιών που εκμεταλλεύτηκαν αυτούς τους φόβους, εγκαινιάζοντας έτσι την εποχή της διαστημικής επιστημονικής φαντασίας.
Κατά τα μεταπολεμικά χρόνια σημειώθηκε επίσης τεράστια αύξηση στις μαρτυρίες παρατήρησης UFO, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πίστευαν ότι εξωγήινοι επισκέπτονται συστηματικά τη Γη με ιπτάμενους δίσκους.
Τα διαστημικά ταξίδια άρχισαν να θεωρούνται δεδομένα μετά και τις πρώτες προσεδαφίσεις στη Σελήνη και το ευρύ κοινό δεν δυσκολευόταν να πιστέψει ότι εξωγήινα όντα διασχίζουν συστηματικά τον Γαλαξία μέσα σε διαστημόπλοια υψηλής τεχνολογίας.
Το επιστημονικό ενδιαφέρον για την εξωγήινη ζωή αναζωπυρώθηκε και πάλι από την ορμητική ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας. Σημαντικός παράγοντας αυτής της αναγέννησης ήταν η ανάπτυξη της μοριακής βιολογίας και η συνακόλουθη πρόοδος στην κατανόηση της χημικής βάσης της ζωής, όπως η ανακάλυψη της δομής του DNA το 1950 και η αποκρυπτογράφηση του γενετικού κώδικα.
Το 1953, σ’ ένα διάσημο πείραμα στο πανεπιστήμιο του Σικάγου, οι Stanley Miller και Harold Urey προσπάθησαν να προσομοιώσουν τις συνθήκες που πίστευαν ότι επικρατούσαν στην αρχέγονη Γη πριν από τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια. Τοποθέτησαν σε μια γυάλινη φιάλη νερό, μεθάνιο και αμμωνία και για μερικές μέρες διοχέτευσαν στο μείγμα ηλεκτρικό ρεύμα με τη μορφή εκκένωσης. Το υγρό έγινε καφεκόκκινο και όταν το ανέλυσαν, διαπίστωσαν ότι περιείχε αρκετά αμινοξέα, οργανικά μόρια δηλαδή, που βρίσκονται σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς στη Γη.
Αυτό έκανε πολλούς επιστήμονες να πιστέψουν ότι, με δεδομένες τις απαραίτητες συνθήκες και το κατάλληλο χημικό μίγμα, μέσα σε περίοδο εκατομμυρίων ετών θα δημιουργούνταν αυθόρμητα ζωή.
Και ενώ οι βιολόγοι διευκόλυναν την πίστη στην ύπαρξη εξωγήινης ζωής, οι αστρονόμοι και οι φυσικοί από την άλλη τη δυσκόλεψαν ακόμη περισσότερο.
Όσο διευρύνονταν οι γνώσεις μας για τους αδελφούς πλανήτες στο ηλιακό σύστημα, τόσο πιο απίθανο φαινόταν το να μπορούν να συντηρήσουν ζωή, αφού οι συνθήκες που επικρατούν σ’ αυτούς αποδεικνυόταν θανατηφόρες για τους γήινους.
Το 1959 δόθηκε μια νέα τροπή στο θέμα από τον Ιταλό αστρονόμο Giuseppe Cacconi και τον Αμερικανό φυσικό Philip Morrison. Οι δύο επιστήμονες, σ’ ένα διάσημο άρθρο στο περιοδικό Nature, υποστήριξαν ότι, αν υπήρχαν εξωγήινοι και ενδιαφερόταν πραγματικά να επικοινωνήσουν μαζί μας, θα μας διευκόλυναν όσο μπορούσαν, να εντοπίσουμε τα σήματα τους.
Άρα θα επέλεγαν μία συχνότητα εκπομπής που θα ήταν κάπως ξεχωριστή, τόσο για μας όσο και για εκείνους.
Είναι η συχνότητα του περίφημου τραγουδιού του υδρογόνου, ενός πανταχού παρόντος φυσήματος, γνωστή σε κάθε ραδιοαστρονόμο ως θόρυβος υποβάθρου.
Την πρώτη σοβαρή προσπάθεια έρευνας για «νοήμονα» εξωγήινα ραδιοσήματα, την ανέλαβε ο Αμερικανός αστρονόμος Frank Drake που χρησιμοποίησε ένα ραδιοτηλεσκόπιο 26 μέτρων στο Γκρην Μπανκ της Βιρτζίνια.
Αν και δεν ανίχνευσε τίποτα ασυνήθιστο, το πρόγραμμα του Drake υπήρξε το υπόδειγμα για ένα πλήθος παρόμοιων μελετών, που πραγματοποιήθηκαν τα επόμενα χρόνια με ραδιοτηλεσκόπια σε πολλά κράτη.
Παρότι δεν υπάρχουν επαληθευμένες αναφορές εξωγήινων μηνυμάτων, έχουν σημειωθεί μερικοί λαθεμένοι συναγερμοί.
Ο πιο διάσημος συνέβη το 1967, όταν μια φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, ανίχνευσε ένα περιοδικό ραδιοσήμα σταθερής συχνότητας προερχόμενο από το εξώτερο διάστημα.
Μετά από μερικούς μήνες έρευνας προέκυψε ότι το εν λόγω ραδιοσήμα προερχόταν από φυσική πηγή και όχι από κάποιο αντικείμενο με τροχιακή κίνηση.
Άρχισαν τότε να ανακαλύπτονται και άλλες τέτοιες πηγές που σύντομα αναγνωρίστηκαν ως αστέρες νετρονίων.
Η σύγχρονη έννοια του UFO ή « ιπτάμενου δίσκου» χρονολογείται από τα τέλη της δεκαετίας του 1940.
Στα αντικείμενα αυτά συνήθως δίδεται η περιγραφή ενός μεταλλικού ιπτάμενου δίσκου, που άλλοτε έχει προεξοχές ή φινιστρίνια, κινείται γρήγορα, εκτελεί απότομους ελιγμούς, ακινητοποιείται απρόβλεπτα και αρχίζει να αιωρείται, εκπέμπει αλλόκοτη λάμψη ή έχει πολύ έντονα φώτα.
Φυσικά όλες οι περιγραφές παραπέμπουν σε αερόπλοια υψηλής τεχνολογίας.
Σε ότι αφορά τους μάρτυρες, δεν είναι σπάνιες οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τα πληρώματα των UFΟ στο έδαφος ή οι επαφές τους με τα εξωγήινα όντα.
Οι μάρτυρες περιγράφουν τους κοσμικούς αυτούς επισκέπτες από πολύ μικρούς σαν Νάνους μέχρι το ανάστημα του γίγαντα, καμιά φορά με τερατώδη τρομακτική μορφή και άλλοτε με συμπαθητική και επιβλητική παρουσία, αλλά πάντα με ανθρωπόμορφη εμφάνιση.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περιπτώσεις στις οποίες οι μάρτυρες « απήχθησαν» από τους εξωγήινους μεταφέρθηκαν στο εσωτερικό του σκάφους όμως από το σημείο αυτό και έπειτα δεν έχουν καμία ανάμνηση των γεγονότων που έλαβαν χώρα.
Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις οι μάρτυρες περιέγραψαν (σε κατάσταση ύπνωσης) ότι υποβλήθηκαν σε ιατρικές εξετάσεις ή υποχρεώθηκαν να συνεβρεθούν σεξουαλικά ή παρείχαν σπέρμα ή ωάρια .
Στις αλλόκοτες αυτές αναφορές επαφών με εξωγήινους στις περισσότερες των περιπτώσεων οι μάρτυρες περιγράφουν ειλικρινείς αυθεντικές εμπειρίες, που θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε εμπειρίες υποκειμενικής φύσης αφού αντικατοπτρίζουν βαθειά ριζωμένες ανθρώπινες επιθυμίες και αγωνίες.
Τι εννοούμαι; Λοιπόν δεν θα μπορούσε να γίνει κάποια σαφής διάκριση ανάμεσα στις παραπάνω αναφορές και τις περιγραφές θρησκευτικών εμπειριών όπως εμφάνισης αγίων, αγγέλων ή ακόμα και της ίδιας της θεομήτορος.
Οι αναφορές σε ανθρωπόμορφους επιβάτες ιπτάμενων σκαφών που έρχονται από τα ουράνια, χρονολογούνται από την αρχαιότητα και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα λαϊκών παραδόσεων, όλων των πολιτισμών, θρησκευτικών πεποιθήσεων και δεισιδαιμονιών.
Σαν ενδεικτικό παράδειγμα θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τις βιβλικές ιστορίες, όπου γίνονται αναφορές για αγγέλους που κατεβαίνουν από τον ουρανό, ανθρώπους που ανέρχονται στους ουρανούς ή για ιπτάμενα άρματα.
Χαρακτηριστική αλλά και εντυπωσιακή είναι ίσως η αφήγηση του Ιεζεκιήλ, που περιγράφει μια συνάντηση με τέσσερα σκάφη στο σχήμα του τροχού, γεμάτα μάτια που περιστρέφονταν και μέσα από τα οποία εμφανίστηκε μια ανθρώπινη μορφή.
Τα παραπάνω μας δημιουργούν την υποψία, ότι οι σύγχρονες αναφορές σε ιπτάμενους δίσκους και κοσμικούς επισκέπτες, αποτελούν απλά μια μοντέρνα εκδοχή ενός συμπλέγματος εμπειριών που διαποτίζουν τις λαϊκές παραδόσεις και στην τελευταία ανάλυση είναι μια νέας μορφής εκδήλωση αρχέτυπων συμβόλων που πάντα εμφανίζονται σε όνειρα, οράματα και θρησκευτικές εμπειρίες, προσαρμοσμένη σε τεχνολογική γλώσσα, σαφώς κατάλληλη για τη διαστημική εποχή μας.
Όμως μια οποιαδήποτε μαρτυρία που αφορά εξωγήινη παρουσία θα πρέπει να συνοδεύεται από τα συγκεκριμένα εκείνα στοιχεία που θα δώσουν στους επιστήμονες τη δυνατότητα να την ερευνήσουν σοβαρά. Διαφορετικά όταν κάποιος ισχυρίζεται ότι είδε έναν Αρειανό, αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν πραγματικά Αρειανοί, όπως και όταν μερικοί διατείνονται ότι μίλησαν με την Παναγία ή τον Αλλαχ, αυτό σίγουρα δεν αποδεικνύει και την ύπαρξή τους.
Από την τέχνη των σπηλαίων μέχρι τις ιστορίες της βίβλου, από την αρχαιότητα μέχρι την σύγχρονη εποχή, οι ερευνητές εντοπίζουνε αναφορές σε ιπτάμενες μηχανές και εξωγήινους επισκέπτες.
Διαβάζοντας κανείς διάφορα κείμενα που αναφέρονται στα UFO ή ακούγοντας μαρτυρίες αυτόπτων μαρτύρων, μένει κατάπληκτος από το πόσο πολύ μας μοιάζουν οι εξωγήινοι.
Εδώ αξίζει τον κόπο να αναφέρουμε μια από τις πρώτες μαρτυρίες UFO της σύγχρονης εποχής, η οποία προήλθε από κάποιον George Adamski, πωλητή χάμπουργερ από το όρος Πάλομαρ, κοντά στο περίφημο τηλεσκόπιο.
Ο Adamski περιέγραψε τη συνάντησή του με έναν εξωγήινο που όπως υποστήριξε, συνέβη στην έρημο Μόχαβ, στις αρχές της δεκαετίας του 1950.
Ο εξωγήινος, που υποτίθεται ότι ερχόταν από τον πλανήτη Αφροδίτη (τότε δεν ήταν γνωστές οι κλιματολογικές συνθήκες του πλανήτη), έμοιαζε καταπληκτικά με τον Ιησού Χριστό όπως περιγράφεται στην Ευρώπη: είχε μακριά ξανθιά μαλλιά, κανονικό ανάστημα και ευγενικά χαρακτηριστικά. Ακτινοβολούσε αγάπη και ευσπλαχνία και εξέφρασε (τηλεπαθητικά εννοείται) την ανησυχία του για την πολεμοχαρή φύση της ανθρωπότητας.
Ο Adamski βέβαια δεν ήθελε η ιστορία του να πέσει στο κενό και ο ίδιος να εκληφθεί ως ψυχολογικά πειραγμένος.
Την υποστήριξε λοιπόν με φωτογραφίες του σκάφους (όχι όμως και του ίδιου του εξωγήινου), στις οποίες εικονιζόταν φινιστρίνια, το σύστημα προσεδάφισης και άλλα μηχανολογικά χαρακτηριστικά.
Όλα αυτά ήταν αρκετά για να γίνει ο Adamski διάσημος παγκοσμίως και να εμφανιστεί στο Panorama, ένα σοβαρό πρόγραμμα του BBC σχετικό με επίκαιρα θέματα.
Λίγες μέρες αργότερα μια πιο λεπτομερής εξέταση των φωτογραφιών αποκάλυψε ότι απλώς εικονιζόταν το εσωτερικό ενός ηλεκτρικού λαμπτήρα.
Η ιστορία του Adamski ίσως θα έπρεπε να τύχει μεγαλύτερης καταρχήν προσοχής από τους ειδικούς αφού είκοσι χρόνια νωρίτερα μια ραδιοφωνική είδηση σχετική με το θέμα των εξωγήινων είχε αποδειχθεί κακόγουστη φάρσα.
Συγκεκριμένα, το 1930, ο Orson Welles, με τη ραδιοφωνική εκπομπή του, κατάφερε να σπείρει τον πανικό σε μεγάλο μέρος του κοινού, κάνοντάς το να πιστέψει ότι μια αιματηρή επιδρομή Αρειανών στη Γη βρισκόταν σε εξέλιξη.
Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε πόσο αληθινές είναι κάποιες από τις αναφορές σε UFO, όμως ελάχιστοι επιστήμονες τις λαμβάνουν υπόψη τους ως ενδείξεις ύπαρξης εξωγήινων.
Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι ζούμε σε μια εποχή όπου οι συμβατικές θρησκείες διέρχονται περίοδο έντονης παρακμής και η πίστη σε «υπερπροηγμένους» εξωγήινους που βρίσκονται εκεί έξω, ίσως προσφέρει ως ένα βαθμό ανακούφιση και έμπνευση σε ανθρώπους των οποίων οι ζωές μπορεί διαφορετικά να εμφανίζονται ανιαρές και μάταιες.
Βέβαια προξενεί εντύπωση το γεγονός ότι χιλιάδες επαγγελματίες και ερασιτέχνες αστρονόμοι, οι οποίοι παρακολουθούν νυχθημερόν τον ουρανό σε όλα τα μήκη κύματος και προς όλες τις κατευθύνσεις, εξοπλισμένοι με τις τελειότερες συσκευές παρατήρησης, δεν παρατήρησαν ποτέ ίχνος εξωγήινης παρουσίας.
Από όλες τις καταγεγραμμένες μαρτυρίες, φαίνεται ότι οι εξωγήινοι επισκέπτες προτιμούν να παρουσιάζονται σε άτομα χωρίς επιστημονική παιδεία.
Φαίνεται λογικό να αναρωτιόμαστε αν θα πρέπει να προσάψουμε στους μάρτυρες αχαλίνωτη φαντασία ή παντελή έλλειψη φαντασίας. Στοιχείο που δεν φαίνεται να στερούνται οι ίδιοι οι επιστήμονες αφού προσπάθησαν να εντοπίσουν περιοχές του Σύμπαντος όπου θα μπορούσαν να εμφανισθούν πολύπλοκες δομές και να διατηρηθούν σταθερές.
Για το λόγω αυτό, έχουν αναπτύξει σχετικά σενάρια, τα οποία όμως δεν μπορούν να ελεγχθούν με βάση τα διαθέσιμα παρατηρησιακά δεδομένα.
Για παράδειγμα, στην επιφάνεια ενός αστέρα νετρονίων, η ισχυρή πυρηνική δύναμη - η οποία συνενώνει τα πρωτόνια και τα νετρόνια στο εσωτερικό του ατόμου - θα μπορούσε κατά μία έννοια να «αντικαταστήσει» την ηλεκτρομαγνητική δύναμη (στην οποία οφείλονται οι χημικοί δεσμοί) και άρα να δημιουργήσει σταθερές δομές ικανές να αναπαραχθούν και να αλληλεπιδράσουν με το περιβάλλον τους.
Θα ήταν όμως εξαιρετικά δύσκολο να επικοινωνήσουμε με τέτοια «όντα».
Πρώτον γιατί θεωρείται πιθανότερο να χρησιμοποιούν την ακτινοβολία γ για να ανταλλάζουν πληροφορίες μεταξύ τους παρά τα ραδιοκύματα, και δεύτερον ο χρόνος θα είχε γι’ αυτά τελείως διαφορετικό περιεχόμενο.
Από τη Φυσική είναι γνωστό ότι ένας ατομικός πυρήνας μετατοπίζεται κατά απόσταση ίση με το μέγεθος του μέσα σε 10-21
Είναι λοιπόν κατανοητό ότι οι χρονικές κλίμακες που θα σχετίζονταν με την εξέλιξη τούτων των υποτιθέμενων «οργανισμών», θα διέφεραν πολύ από τις αντίστοιχες ανθρώπινες.
Σε μία άλλη εκδοχή ορισμένοι φαντάσθηκαν ότι υπάρχουν οργανωμένα και σκεπτόμενα μεσοαστρικά νέφη που «τρέφονται από το φως των άστρων, σενάρια που μας προϊδεάζουν για τις εκπλήξεις που μας επιφυλάσσει το μέλλον σε αυτό το πεδίο έρευνας.
Για να καταλήξουμε, οι περισσότεροι επιστήμονες δεν αποκλείουν την εμφάνιση ζωής οποιασδήποτε μορφής κάπου στο Σύμπαν.
Αρκετοί αστρονόμοι δηλώνουν ότι υπάρχουν τόσα πολλά άστρα (αρκετά δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων), ώστε ακόμη και αν ένα πολύ μικρό ποσοστό πλανητών συγκεντρώνει τις κατάλληλες συνθήκες, η ζωή θα πρέπει να αποτελεί ένα συνηθισμένο φαινόμενο στο Σύμπαν.
Είναι γεγονός ότι οι αστρονόμοι τα τελευταία 50 χρόνια έχουν κάνει πολλές προσπάθειες σε ότι αφορά τον εντοπισμό εξωγήινης ζωής και νοημοσύνης στα πλαίσια μιας εκτεταμένης διαστρικής έρευνας.
Όμως παρά την επίμονη έρευνα, η ανθρωπότητα δεν έχει εντοπίσει ακόμη ούτε ένα ίχνος πειστικής μαρτυρίας για την ύπαρξη νοήμονος εξωγήινης ζωής στο γαλαξία μας.
Δεν είναι απίθανο κάποια στιγμή να δεχθούμε μια εξωγήινη επίσκεψη και είναι σίγουρο πως οι αστρονόμοι πρώτοι θα σπεύσουν να βάλουν τις σαμπάνιες στον πάγο.
Όσο για εκείνους που υποστηρίζουν ότι εξωγήινοι επισκέφθηκαν τη Γη στο παρελθόν και δίδαξαν σε αρχαίους λαούς τον πολιτισμό τους, θα πρέπει να γνωρίζουν πως αυτό αποτελεί βαρύτατη προσβολή για τους λαούς αυτούς και τα επιτεύγματά τους.
Οι σχετικές «αποδείξεις» που προβάλλονται, είναι τελικά κατασκευασμένες, ενώ το γεγονός ότι υποτιμόνται οι συγκεκριμένοι πολιτισμοί και παρουσιάζονται ως «πρωτόγονοι» αγγίζει τα όρια του ρατσισμού.
Μέσα στο ανθρώπινο πλήθος πάντα ξεχώριζαν κάποιοι, που ήταν πιο συνετοί ή περισσότερο σκεπτόμενοι ή πιο πονηροί και ήταν αυτοί που αναλάμβαναν να επικοινωνούν με αυτά τα υπερφυσικά όντα (θεούς), να τα εξευμενίζουν και κατ’ ανάγκη να μεταφέρουν τις επιθυμίες τους στους υπολοίπους που βέβαια «κατά σύμπτωση» εξυπηρετούσαν και τους ίδιους .
Έτσι αυτοί οι «ολίγοι» καθιερώνονταν ως οι εκλεκτοί, ή ως η κοσμική εξουσία της θεότητας, ή ως ιεροί μεσίτες. Δεν ήταν δύσκολο να δημιουργήσουν κλίκες με ιεραρχική οργάνωση, να αναλαμβάνουν τη διοίκηση των πληθυσμών ή να εμπλέκονται έμμεσα σ’ αυτή και να αναπτύσσουν φιλοσοφίες με βασικό συστατικό την αμετάκλητη πίστη και υπακοή στις θεότητες ή τον θεό, που ονομάστηκαν θρησκείες.
Στην ανθρώπινη ιστορία, μέσα στους λαούς της Γης γεννήθηκαν δεκάδες ή ίσως εκατοντάδες τέτοιες δοξασίες που έφτασαν στο ζενίθ τους παράκμασαν και άφησαν τη θέση τους σε νεότερες, πάντα όμως διαθέτοντας το ίδιο ατέλειωτο εμπόρευμα απαραίτητο ίαμα στις αγωνίες και πνευματικές αδυναμίες του αφελούς πλήθους.
Με το πέρασμα του χρόνου, η εξέλιξη και αναβάθμιση της ανθρώπινης νόησης οδήγησε σε νέους τρόπους σκέψης που είχαν σαν αποτέλεσμα μια διαφορετική αντίληψη για τον πραγματικό κόσμο, ενώ στην έκφραση της περιείχε ένα επίσης καινούργιο χαρακτηριστικό τον ορθό λόγο και την αμετάκλητη τεκμηρίωση του.
Αυτός ο νέος τρόπος αντίληψης του κόσμου που ζούμε ονομάστηκε επιστήμη, όρος που καθιερώθηκε από τον Πλάτωνα και σήμαινε την ασφαλή και αναμφίβολη γνώση.
Αργότερα συστηματοποιήθηκε από τον Αριστοτέλη και τους άλλους φιλόσοφους, οι οποίοι δεν αρκούνταν πια μόνο στη γνώση ενός γεγονότος, αλλά αναζητούσαν και τα αίτια του. Σήμερα είναι το σύνολο των γνώσεων που συνδέονται οργανικά μεταξύ τους, ανήκουν στην ίδια κατηγορία και έχουν αντικειμενικό κύρος.
Μετά την ανακάλυψη του τηλεσκοπίου το 1608 από τον Ολλανδό Χανς Λίππερσχαϋ και τη χρήση του από τον Γαλιλαίο, οι άνθρωποι απόχτησαν μια φευγαλέα εικόνα της απεραντοσύνης του σύμπαντος με την αποκάλυψη χιλιάδων άλλων αστέρων, αόρατων στο γυμνό μάτι, και δημιουργήθηκε η πρώτη υποψία για την ύπαρξη και άλλων ηλιακών συστημάτων.
Το όλο ζήτημα τοποθετήθηκε σε πιο ασφαλή βάση με το έργο του Ισαάκ Νεύτωνα, του οποίου οι νόμοι της κίνησης και της βαρύτητας, άνοιξαν τις πόρτες σε μια ολοκληρωμένη θεωρητική και μαθηματική ανάλυση της δομής του σύμπαντος.
Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος της παγκόσμιας έλξης συνεπαγόταν ότι και τα άλλα άστρα, ή ήλιοι, υπόκεινται στις ίδιες φυσικές διεργασίες στις οποίες υπόκειται και το δικό μας ηλιακό σύστημα, συνεπώς, και αυτά τα άστρα μπορεί να έχουν δικά τους πλανητικά συστήματα.
Έτσι ήρθαν πάλι στο προσκήνιο παλαιότερες απόψεις περί πολλών κόσμων και μάλιστα κατοικημένων από νοήμονα όντα.
Η ιδέα της ύπαρξης πλήθους κατοικημένων κόσμων χρονολογείται από την αυγή της έλλογης σκέψης και της επιστημονικής αναζήτησης. Από την αρχαία ελληνική ιστορία ανασύρουμε σαφή στοιχεία για άλλους κόσμους μέσα από τις θεωρήσεις των Ελλήνων φιλοσόφων:
«Υπάρχουν άπειροι κόσμοι, άλλοι όμοιοι και άλλοι διαφορετικοί από τον δικό μας κόσμο.
Επειδή τα άτομα που είναι άπειρα σε αριθμό…. φτάνουν ως τις πιο μακρινές αποστάσεις.
Διότι αυτά τα άτομα που η φύση τους είναι τέτοια ώστε ένας κόσμος θα μπορέσει να γεννηθεί
ή να δημιουργηθεί από αυτά, δεν εξαντλήθηκαν σε ένα κόσμο ή σε περιορισμένο αριθμό κόσμων….
Έτσι δεν υπάρχει πουθενά εμπόδιο για την ύπαρξη άπειρων κόσμων…. Πρέπει να πιστέψουμε
ότι σε όλους τους κόσμους υπάρχουν ζωντανά πλάσματα και φυτά και άλλα πράγματα που
βλέπουμε σε αυτόν εδώ τον κόσμο».
Πρόκειται για ένα απόσπασμα από μία επιστολή του Έλληνα φιλοσόφου Επίκουρου προς τον Ηρόδοτο τον 4ο αιώνα π.Χ. Τον 3ο π.Χ. αιώνα ο Λεύκιππος και ο Διογένης ο Λαέρτιος περιέγραφαν τον σχηματισμό άλλων κόσμων και λίγο αργότερα ο Λατίνος ποιητής και φιλόσοφος Λουκρήτιος, επαναλάμβανε το επιχείρημα του Επίκουρου, ότι με δεδομένο το άπειρο πλήθος ατόμων δεν υπάρχει προφανές εμπόδιο για τον σχηματισμό άλλων κόσμων.
Η ιδέα της εξωγήινης ζωής ήταν οπωσδήποτε κοινό θέμα συζήτησης μεταξύ των αρχαίων Ελλήνων φιλοσόφων.
Οι Πυθαγόρειοι είχαν την άποψη ότι η Σελήνη κατοικούνταν από όντα ανώτερα αυτών της Γης και μεταγενέστερα ο Έλληνας δοκιμιογράφος Πλούταρχος (46 – 120μ.Χ), συγκρίνοντας τη Σελήνη με τη Γη, διατύπωνε σκέψεις αναφορικά με τη φύση και τις προθέσεις των κατοίκων της Σελήνης. Μάλιστα νόμιζε ότι οι σκοτεινές περιοχές της επιφάνειας του δορυφόρου μας, είναι θάλασσες, περιγραφή που επιβιώνει μέχρι και σήμερα στην ονομασία αυτών των περιοχών.
Με την ανάπτυξη της σύγχρονης επιστήμης και την εργασία του Κοπέρνικου όπου αποδεικνυόταν ότι η Γη δεν βρίσκεται στο κέντρο του Σύμπαντος -αντίθετα η Γη και οι άλλοι πλανήτες κινούνται σε τροχιά γύρω από τον Ήλιο- επικράτησε για τα καλά η αντίληψη ότι οι πλανήτες είναι μάλλον άλλοι κόσμοι, λίγο πολύ σαν τη Γη, παρά μυστηριώδης ουράνιες οντότητες.
Την πρωτοπορία σ’ αυτή τη μεταστροφή την είχε ο δομινικανός μοναχός και σχολαστικός φιλόσοφος Giordano Bruno. Για τις ιδέες του χαρακτηρίστηκε αποστάτης και αναγκάστηκε να φύγει από την Ιταλία το 1584 και να πάει να εργαστεί στην Οξφόρδη, όπου και ανέπτυξε την πίστη του στο Κοπερνίκειο αστρονομικό σύστημα, όσο και στην ύπαρξη άπειρου πλήθους κατοικημένων κόσμων.
Στο βιβλίο του «Περί άπειρου σύμπαντος και κόσμων», διέκρινε τα άστρα από τους πλανήτες, όμως με πιθανότητα λάθους, αφού υποστήριζε πως και οι δύο κατηγορίες σωμάτων κατοικούνταν. Δυστυχώς αυτές οι απόψεις θεωρήθηκαν επικίνδυνες από την Ιερά Εξέταση και όταν ο Bruno επέστρεψε στην Ιταλία το 1592, συνελήφθη και οκτώ χρόνια αργότερα το 1600 θανατώθηκε στην πυρά, με την κατηγορία του αιρετικού.
Όμως εκείνη την εποχή η επιστημονική επανάσταση βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη.
Ο Kepler μελέτησε τη Σελήνη και την συνέκρινε έντονα με τη Γη όπως είχε κάνει και ο Πλούταρχος, αλλά όλως περιέργως αντέστρεψε την ερμηνεία του, δηλώνοντας ότι οι φωτεινές περιοχές της σεληνιακής επιφάνειας ήταν θάλασσες. Υπέθεσε επίσης πως οι κάτοικοι της Σελήνης είχαν πολύ μεγαλύτερα σώματα και ανθεκτικότερη κράση από εμάς, λόγω των μεγάλων σεληνιακών ημερών.
Οι υποθέσεις όμως περί άλλων κατοικημένων κόσμων αυξήθηκαν με μαθηματική πρόοδο, μόλις ο Γαλιλαίος έστρεψε το τηλεσκόπιο του στα ουράνια. Αυτό είχε ως επακόλουθο κατά τον 17ο αιώνα να δημοσιευθούν πολλά έργα, σ’ ολόκληρη την Ευρώπη στα οποία μελετούνταν οι επιπτώσεις της νέας αστρονομίας και της τροποποιημένης θεώρησης του κόσμου.
Ο Γαλιλαίος στο «Διάλογό» του εξέταζε κατά πόσο η Σελήνη και οι πλανήτες μπορούσαν να συντηρήσουν κατοίκους σαν εμάς.
Ο Άγγλος κληρικός John Wilkins στο βιβλίο του «Ανακάλυψη ενός κόσμου στη Σελήνη» που πρωτοεκδόθηκε το 1638 υποστήριξε σθεναρά την άποψη ότι υπάρχουν κάτοικοι στη Σελήνη.
Ο Kepler αναγνωρίζοντας τους θεολογικούς κινδύνους που επιφύλλασε η ιδέα περί άλλων κατοικημένων κόσμων υπογράμμιζε: «Εάν υπάρχουν σφαίρες στον ουρανό παρόμοιες με τη δική μας….τότε πως είναι δυνατόν τα πάντα να υπάρχουν για χάρη των ανθρώπων; Πως μπορούμε να είμαστε κύριοι των δημιουργημάτων του Θεού;».
Μπορεί ο Γαλιλαίος να ανέλυσε τον Γαλαξία σε μεμονωμένα άστρα, δίνοντας έτσι μια πρώτη φευγαλέα εικόνα της απεραντοσύνης του Σύμπαντος, όμως ο Ισαάκ Νεύτων ήταν εκείνος που τοποθέτησε τελικά αυτά τα ζητήματα σε μια πιο ασφαλή βάση.
Ο νόμος της παγκόσμιας έλξης όπως ήδη αναφέρθηκε συνεπαγόταν ότι και άλλα άστρα ή ήλιοι, υπόκεινται στις ίδιες φυσικές διεργασίες στις οποίες υπόκειται και το δικό μας ηλιακό σύστημα, συνεπώς, και αυτά τα άστρα μπορεί να έχουν τα δικά τους πλανητικά συστήματα.
Στα τέλη του 17ου αιώνα ο Ολλανδός αστρονόμος και φυσικός Cristiaan Huygens δημοσίευσε μια λεπτομερή πραγματεία περί εξωγήινης ζωής με τον τίτλο «Κοσμοθεωρία», στην οποία ισχυρίστηκε ότι αρμόζει σε μια αγαθοεργό θεότητα να προικίσει άλλους κόσμους με ζωή και νοήμονα όντα. Αμφισβήτησε όμως ότι η Σελήνη ήταν κατάλληλος τόπος για να υπάρχει ζωή.
Στην Αγγλία ο Richard Bentley επικαλέστηκε τον Νευτωνισμό στην προσπάθεια του να καταδείξει τις πράξεις του Θεού στο φυσικό Σύμπαν, αναπτύσσοντας το επιχείρημα, ότι ο Θεός δεν θα δημιουργούσε τόσα πολλά άστρα, τα περισσότερα από τα οποία δεν φαίνονται από τη Γη με γυμνό οφθαλμό, για χάρη του ανθρώπου. Άρα, πρέπει να υπάρχουν προς όφελος εκείνων που ζουν στους πλανήτες οι οποίοι βρίσκονται κοντά σ’ αυτά τα άστρα.
Η πίστη ότι το Σύμπαν είναι γεμάτο από κατοικημένους πλανήτες παρέμεινε ευρέως διαδεδομένη ολόκληρο τον 17ο αιώνα, έτσι ώστε ο μεγάλος φιλόσοφος του 18ου αιώνα Immanuel Kant μπορούσε να γράφει εκτενώς σχετικά με το ζήτημα των εξωγήινων όντων, χωρίς το φόβο να γελοιοποιηθεί.
Το 1853 ο φιλόσοφος William Whewell, διευθυντής του Trinity College του Καίμπριτζ, δημοσίευσε ανώνυμα ένα φυλλάδιο με τον τίτλο «Περί του πλήθους των κόσμων» πραγματευόμενος την ιδέα με φιλοσοφικά, θεολογικά και επιστημονικά κριτήρια προκαλώντας έντονες συζητήσεις στις οποίες εξετάστηκαν οι επιπτώσεις της ύπαρξης εξωγήινων κόσμων παράλληλα με επιστημονικά θέματα.
Στο πρώτο μισό του 19ου αιώνα οι συζητήσεις πάνω στην ιδέα της εξωγήινης ζωής, είχαν πάρει μεγάλη έκταση σχεδόν σε ολόκληρο τον πλανήτη. Συμπεράσματα και απόψεις παρουσιαζόταν σε βιβλία και φυλλάδια, εφημερίδες και περιοδικά, σε κηρύγματα και ερμηνείες γραφών, σε ποιήματα και θεατρικά έργα, ακόμη και σε κάποιον ύμνο ή πάνω σε μια ταφόπετρα.
Καθηγητές πανεπιστημίων και διευθυντές αστεροσκοπείων, πλοίαρχοι και αρχηγοί κρατών, ριζοσπάστες και συντηρητικοί, επιστήμονες και σοφοί, ορθόδοξοι και ετερόδοξοι, όλοι είχαν κάτι να πουν.
Το κλίμα όμως άλλαξε κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα αφού επικράτησε ο σκεπτικισμός και η αυστηρή έρευνα, που άρχισε να αποθαρρύνει την αχαλίνωτη εικοτολογία σχετικά με την ύπαρξη εξωγήινων όντων.
Καθώς οι ενδείξεις της αστρονομίας άρχισαν να αυξάνονται, οι επιστήμονες άρχισαν να εγκαταλείπουν την ιδέα περί άλλων κατοικημένων κόσμων. Το φιλοσοφικό επιχείρημα ότι, απλώς επειδή υπάρχουν άλλοι πλανήτες, πρέπει να κατοικούνται, έχασε την ισχύ του.
Μοναδική εξαίρεση αποτελεί ίσως ο Ιταλός αστρονόμος Giovanni Schiaparelli, ο οποίος μελετώντας λεπτομερώς τον Άρη, ανέφερε, το 1877, την ύπαρξη σκούρων γραμμών στην επιφάνειά του. Γι’ αυτά τα χαρακτηριστικά χρησιμοποίησε τη λέξη canali που στα Ιταλικά σημαίνει φυσικές διώρυγες ή κοίτες, με αποτέλεσμα οι παρατηρήσεις του να παρεξηγηθούν από τον αγγλόφωνο κόσμο ως αναφερόμενες σε “canals”, που στα αγγλικά σημαίνει τεχνητές διώρυγες.
Οι αστρονόμοι ενθουσιάστηκαν και άρχισαν να διερευνούν εξονυχιστικά τον κόκκινο πλανήτη αναζητώντας ενδείξεις ζωής. Άρχισαν να δημοσιεύονται χάρτες της επιφάνειας του Άρη όπου επιδεικνύονταν τα περίτεχνα δίκτυα γραμμώσεων, ενώ ο Αμερικανός αστρονόμος Percival Lowell, ίδρυσε το αστεροσκοπείο Lowell στην Αριζόνα κυρίως για τη μελέτη των καναλιών του Άρη. Ο ίδιος δήλωνε με ενθουσιασμό: «…το ότι ο Άρης κατοικείται από κάποιου είδους όντα μπορούμε να το θεωρήσουμε τόσο βέβαιο, όσο είναι βέβαιο τι μπορεί να είναι αυτά τα όντα».
Παρ’ όλα αυτά και κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, οι συζητήσεις γύρω από την εξωγήινη ζωή περιοριζόταν σχεδόν αποκλειστικά στη λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας και παρ’ ότι οι ιστορίες είχαν ένα επίχρισμα επιστήμης, ήταν απροκάλυπτα φανταστικές.
Όμως κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο με την ανάπτυξη συστημάτων εναέριων συγκρούσεων, κυρίως αεριωθούμενων αεροπλάνων, ραντάρ, πυραύλων και της ατομικής βόμβας, υπήρξε νέα ευαισθητοποίηση του κόσμου σε ότι αφορούσε την απειλή από τον ουρανό.
Φάνηκε πως μόνο ένα μικρό βήμα χώριζε την πραγματικότητα του βλήματος V2 από αυτήν ενός διαστημοπλοίου που μεταφέρει εξωγήινους με ανώτερο οπλισμό.
Ήταν η μεγάλη ευκαιρία για τους συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας και δημιουργούς κινούμενων σχεδίων και ταινιών που εκμεταλλεύτηκαν αυτούς τους φόβους, εγκαινιάζοντας έτσι την εποχή της διαστημικής επιστημονικής φαντασίας.
Κατά τα μεταπολεμικά χρόνια σημειώθηκε επίσης τεράστια αύξηση στις μαρτυρίες παρατήρησης UFO, ενώ δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πίστευαν ότι εξωγήινοι επισκέπτονται συστηματικά τη Γη με ιπτάμενους δίσκους.
Τα διαστημικά ταξίδια άρχισαν να θεωρούνται δεδομένα μετά και τις πρώτες προσεδαφίσεις στη Σελήνη και το ευρύ κοινό δεν δυσκολευόταν να πιστέψει ότι εξωγήινα όντα διασχίζουν συστηματικά τον Γαλαξία μέσα σε διαστημόπλοια υψηλής τεχνολογίας.
Το επιστημονικό ενδιαφέρον για την εξωγήινη ζωή αναζωπυρώθηκε και πάλι από την ορμητική ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας. Σημαντικός παράγοντας αυτής της αναγέννησης ήταν η ανάπτυξη της μοριακής βιολογίας και η συνακόλουθη πρόοδος στην κατανόηση της χημικής βάσης της ζωής, όπως η ανακάλυψη της δομής του DNA το 1950 και η αποκρυπτογράφηση του γενετικού κώδικα.
Το 1953, σ’ ένα διάσημο πείραμα στο πανεπιστήμιο του Σικάγου, οι Stanley Miller και Harold Urey προσπάθησαν να προσομοιώσουν τις συνθήκες που πίστευαν ότι επικρατούσαν στην αρχέγονη Γη πριν από τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια. Τοποθέτησαν σε μια γυάλινη φιάλη νερό, μεθάνιο και αμμωνία και για μερικές μέρες διοχέτευσαν στο μείγμα ηλεκτρικό ρεύμα με τη μορφή εκκένωσης. Το υγρό έγινε καφεκόκκινο και όταν το ανέλυσαν, διαπίστωσαν ότι περιείχε αρκετά αμινοξέα, οργανικά μόρια δηλαδή, που βρίσκονται σε όλους τους ζωντανούς οργανισμούς στη Γη.
Αυτό έκανε πολλούς επιστήμονες να πιστέψουν ότι, με δεδομένες τις απαραίτητες συνθήκες και το κατάλληλο χημικό μίγμα, μέσα σε περίοδο εκατομμυρίων ετών θα δημιουργούνταν αυθόρμητα ζωή.
Και ενώ οι βιολόγοι διευκόλυναν την πίστη στην ύπαρξη εξωγήινης ζωής, οι αστρονόμοι και οι φυσικοί από την άλλη τη δυσκόλεψαν ακόμη περισσότερο.
Όσο διευρύνονταν οι γνώσεις μας για τους αδελφούς πλανήτες στο ηλιακό σύστημα, τόσο πιο απίθανο φαινόταν το να μπορούν να συντηρήσουν ζωή, αφού οι συνθήκες που επικρατούν σ’ αυτούς αποδεικνυόταν θανατηφόρες για τους γήινους.
Το 1959 δόθηκε μια νέα τροπή στο θέμα από τον Ιταλό αστρονόμο Giuseppe Cacconi και τον Αμερικανό φυσικό Philip Morrison. Οι δύο επιστήμονες, σ’ ένα διάσημο άρθρο στο περιοδικό Nature, υποστήριξαν ότι, αν υπήρχαν εξωγήινοι και ενδιαφερόταν πραγματικά να επικοινωνήσουν μαζί μας, θα μας διευκόλυναν όσο μπορούσαν, να εντοπίσουμε τα σήματα τους.
Άρα θα επέλεγαν μία συχνότητα εκπομπής που θα ήταν κάπως ξεχωριστή, τόσο για μας όσο και για εκείνους.
Είναι η συχνότητα του περίφημου τραγουδιού του υδρογόνου, ενός πανταχού παρόντος φυσήματος, γνωστή σε κάθε ραδιοαστρονόμο ως θόρυβος υποβάθρου.
Την πρώτη σοβαρή προσπάθεια έρευνας για «νοήμονα» εξωγήινα ραδιοσήματα, την ανέλαβε ο Αμερικανός αστρονόμος Frank Drake που χρησιμοποίησε ένα ραδιοτηλεσκόπιο 26 μέτρων στο Γκρην Μπανκ της Βιρτζίνια.
Αν και δεν ανίχνευσε τίποτα ασυνήθιστο, το πρόγραμμα του Drake υπήρξε το υπόδειγμα για ένα πλήθος παρόμοιων μελετών, που πραγματοποιήθηκαν τα επόμενα χρόνια με ραδιοτηλεσκόπια σε πολλά κράτη.
Παρότι δεν υπάρχουν επαληθευμένες αναφορές εξωγήινων μηνυμάτων, έχουν σημειωθεί μερικοί λαθεμένοι συναγερμοί.
Ο πιο διάσημος συνέβη το 1967, όταν μια φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, ανίχνευσε ένα περιοδικό ραδιοσήμα σταθερής συχνότητας προερχόμενο από το εξώτερο διάστημα.
Μετά από μερικούς μήνες έρευνας προέκυψε ότι το εν λόγω ραδιοσήμα προερχόταν από φυσική πηγή και όχι από κάποιο αντικείμενο με τροχιακή κίνηση.
Άρχισαν τότε να ανακαλύπτονται και άλλες τέτοιες πηγές που σύντομα αναγνωρίστηκαν ως αστέρες νετρονίων.
Η σύγχρονη έννοια του UFO ή « ιπτάμενου δίσκου» χρονολογείται από τα τέλη της δεκαετίας του 1940.
Στα αντικείμενα αυτά συνήθως δίδεται η περιγραφή ενός μεταλλικού ιπτάμενου δίσκου, που άλλοτε έχει προεξοχές ή φινιστρίνια, κινείται γρήγορα, εκτελεί απότομους ελιγμούς, ακινητοποιείται απρόβλεπτα και αρχίζει να αιωρείται, εκπέμπει αλλόκοτη λάμψη ή έχει πολύ έντονα φώτα.
Φυσικά όλες οι περιγραφές παραπέμπουν σε αερόπλοια υψηλής τεχνολογίας.
Σε ότι αφορά τους μάρτυρες, δεν είναι σπάνιες οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τα πληρώματα των UFΟ στο έδαφος ή οι επαφές τους με τα εξωγήινα όντα.
Οι μάρτυρες περιγράφουν τους κοσμικούς αυτούς επισκέπτες από πολύ μικρούς σαν Νάνους μέχρι το ανάστημα του γίγαντα, καμιά φορά με τερατώδη τρομακτική μορφή και άλλοτε με συμπαθητική και επιβλητική παρουσία, αλλά πάντα με ανθρωπόμορφη εμφάνιση.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι περιπτώσεις στις οποίες οι μάρτυρες « απήχθησαν» από τους εξωγήινους μεταφέρθηκαν στο εσωτερικό του σκάφους όμως από το σημείο αυτό και έπειτα δεν έχουν καμία ανάμνηση των γεγονότων που έλαβαν χώρα.
Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις οι μάρτυρες περιέγραψαν (σε κατάσταση ύπνωσης) ότι υποβλήθηκαν σε ιατρικές εξετάσεις ή υποχρεώθηκαν να συνεβρεθούν σεξουαλικά ή παρείχαν σπέρμα ή ωάρια .
Στις αλλόκοτες αυτές αναφορές επαφών με εξωγήινους στις περισσότερες των περιπτώσεων οι μάρτυρες περιγράφουν ειλικρινείς αυθεντικές εμπειρίες, που θα μπορούσαμε να τις χαρακτηρίσουμε εμπειρίες υποκειμενικής φύσης αφού αντικατοπτρίζουν βαθειά ριζωμένες ανθρώπινες επιθυμίες και αγωνίες.
Τι εννοούμαι; Λοιπόν δεν θα μπορούσε να γίνει κάποια σαφής διάκριση ανάμεσα στις παραπάνω αναφορές και τις περιγραφές θρησκευτικών εμπειριών όπως εμφάνισης αγίων, αγγέλων ή ακόμα και της ίδιας της θεομήτορος.
Οι αναφορές σε ανθρωπόμορφους επιβάτες ιπτάμενων σκαφών που έρχονται από τα ουράνια, χρονολογούνται από την αρχαιότητα και αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα λαϊκών παραδόσεων, όλων των πολιτισμών, θρησκευτικών πεποιθήσεων και δεισιδαιμονιών.
Σαν ενδεικτικό παράδειγμα θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε τις βιβλικές ιστορίες, όπου γίνονται αναφορές για αγγέλους που κατεβαίνουν από τον ουρανό, ανθρώπους που ανέρχονται στους ουρανούς ή για ιπτάμενα άρματα.
Χαρακτηριστική αλλά και εντυπωσιακή είναι ίσως η αφήγηση του Ιεζεκιήλ, που περιγράφει μια συνάντηση με τέσσερα σκάφη στο σχήμα του τροχού, γεμάτα μάτια που περιστρέφονταν και μέσα από τα οποία εμφανίστηκε μια ανθρώπινη μορφή.
Τα παραπάνω μας δημιουργούν την υποψία, ότι οι σύγχρονες αναφορές σε ιπτάμενους δίσκους και κοσμικούς επισκέπτες, αποτελούν απλά μια μοντέρνα εκδοχή ενός συμπλέγματος εμπειριών που διαποτίζουν τις λαϊκές παραδόσεις και στην τελευταία ανάλυση είναι μια νέας μορφής εκδήλωση αρχέτυπων συμβόλων που πάντα εμφανίζονται σε όνειρα, οράματα και θρησκευτικές εμπειρίες, προσαρμοσμένη σε τεχνολογική γλώσσα, σαφώς κατάλληλη για τη διαστημική εποχή μας.
Όμως μια οποιαδήποτε μαρτυρία που αφορά εξωγήινη παρουσία θα πρέπει να συνοδεύεται από τα συγκεκριμένα εκείνα στοιχεία που θα δώσουν στους επιστήμονες τη δυνατότητα να την ερευνήσουν σοβαρά. Διαφορετικά όταν κάποιος ισχυρίζεται ότι είδε έναν Αρειανό, αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχουν πραγματικά Αρειανοί, όπως και όταν μερικοί διατείνονται ότι μίλησαν με την Παναγία ή τον Αλλαχ, αυτό σίγουρα δεν αποδεικνύει και την ύπαρξή τους.
Από την τέχνη των σπηλαίων μέχρι τις ιστορίες της βίβλου, από την αρχαιότητα μέχρι την σύγχρονη εποχή, οι ερευνητές εντοπίζουνε αναφορές σε ιπτάμενες μηχανές και εξωγήινους επισκέπτες.
Διαβάζοντας κανείς διάφορα κείμενα που αναφέρονται στα UFO ή ακούγοντας μαρτυρίες αυτόπτων μαρτύρων, μένει κατάπληκτος από το πόσο πολύ μας μοιάζουν οι εξωγήινοι.
Εδώ αξίζει τον κόπο να αναφέρουμε μια από τις πρώτες μαρτυρίες UFO της σύγχρονης εποχής, η οποία προήλθε από κάποιον George Adamski, πωλητή χάμπουργερ από το όρος Πάλομαρ, κοντά στο περίφημο τηλεσκόπιο.
Ο Adamski περιέγραψε τη συνάντησή του με έναν εξωγήινο που όπως υποστήριξε, συνέβη στην έρημο Μόχαβ, στις αρχές της δεκαετίας του 1950.
Ο εξωγήινος, που υποτίθεται ότι ερχόταν από τον πλανήτη Αφροδίτη (τότε δεν ήταν γνωστές οι κλιματολογικές συνθήκες του πλανήτη), έμοιαζε καταπληκτικά με τον Ιησού Χριστό όπως περιγράφεται στην Ευρώπη: είχε μακριά ξανθιά μαλλιά, κανονικό ανάστημα και ευγενικά χαρακτηριστικά. Ακτινοβολούσε αγάπη και ευσπλαχνία και εξέφρασε (τηλεπαθητικά εννοείται) την ανησυχία του για την πολεμοχαρή φύση της ανθρωπότητας.
Ο Adamski βέβαια δεν ήθελε η ιστορία του να πέσει στο κενό και ο ίδιος να εκληφθεί ως ψυχολογικά πειραγμένος.
Την υποστήριξε λοιπόν με φωτογραφίες του σκάφους (όχι όμως και του ίδιου του εξωγήινου), στις οποίες εικονιζόταν φινιστρίνια, το σύστημα προσεδάφισης και άλλα μηχανολογικά χαρακτηριστικά.
Όλα αυτά ήταν αρκετά για να γίνει ο Adamski διάσημος παγκοσμίως και να εμφανιστεί στο Panorama, ένα σοβαρό πρόγραμμα του BBC σχετικό με επίκαιρα θέματα.
Λίγες μέρες αργότερα μια πιο λεπτομερής εξέταση των φωτογραφιών αποκάλυψε ότι απλώς εικονιζόταν το εσωτερικό ενός ηλεκτρικού λαμπτήρα.
Η ιστορία του Adamski ίσως θα έπρεπε να τύχει μεγαλύτερης καταρχήν προσοχής από τους ειδικούς αφού είκοσι χρόνια νωρίτερα μια ραδιοφωνική είδηση σχετική με το θέμα των εξωγήινων είχε αποδειχθεί κακόγουστη φάρσα.
Συγκεκριμένα, το 1930, ο Orson Welles, με τη ραδιοφωνική εκπομπή του, κατάφερε να σπείρει τον πανικό σε μεγάλο μέρος του κοινού, κάνοντάς το να πιστέψει ότι μια αιματηρή επιδρομή Αρειανών στη Γη βρισκόταν σε εξέλιξη.
Στην πραγματικότητα δεν γνωρίζουμε πόσο αληθινές είναι κάποιες από τις αναφορές σε UFO, όμως ελάχιστοι επιστήμονες τις λαμβάνουν υπόψη τους ως ενδείξεις ύπαρξης εξωγήινων.
Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι ζούμε σε μια εποχή όπου οι συμβατικές θρησκείες διέρχονται περίοδο έντονης παρακμής και η πίστη σε «υπερπροηγμένους» εξωγήινους που βρίσκονται εκεί έξω, ίσως προσφέρει ως ένα βαθμό ανακούφιση και έμπνευση σε ανθρώπους των οποίων οι ζωές μπορεί διαφορετικά να εμφανίζονται ανιαρές και μάταιες.
Βέβαια προξενεί εντύπωση το γεγονός ότι χιλιάδες επαγγελματίες και ερασιτέχνες αστρονόμοι, οι οποίοι παρακολουθούν νυχθημερόν τον ουρανό σε όλα τα μήκη κύματος και προς όλες τις κατευθύνσεις, εξοπλισμένοι με τις τελειότερες συσκευές παρατήρησης, δεν παρατήρησαν ποτέ ίχνος εξωγήινης παρουσίας.
Από όλες τις καταγεγραμμένες μαρτυρίες, φαίνεται ότι οι εξωγήινοι επισκέπτες προτιμούν να παρουσιάζονται σε άτομα χωρίς επιστημονική παιδεία.
Φαίνεται λογικό να αναρωτιόμαστε αν θα πρέπει να προσάψουμε στους μάρτυρες αχαλίνωτη φαντασία ή παντελή έλλειψη φαντασίας. Στοιχείο που δεν φαίνεται να στερούνται οι ίδιοι οι επιστήμονες αφού προσπάθησαν να εντοπίσουν περιοχές του Σύμπαντος όπου θα μπορούσαν να εμφανισθούν πολύπλοκες δομές και να διατηρηθούν σταθερές.
Για το λόγω αυτό, έχουν αναπτύξει σχετικά σενάρια, τα οποία όμως δεν μπορούν να ελεγχθούν με βάση τα διαθέσιμα παρατηρησιακά δεδομένα.
Για παράδειγμα, στην επιφάνεια ενός αστέρα νετρονίων, η ισχυρή πυρηνική δύναμη - η οποία συνενώνει τα πρωτόνια και τα νετρόνια στο εσωτερικό του ατόμου - θα μπορούσε κατά μία έννοια να «αντικαταστήσει» την ηλεκτρομαγνητική δύναμη (στην οποία οφείλονται οι χημικοί δεσμοί) και άρα να δημιουργήσει σταθερές δομές ικανές να αναπαραχθούν και να αλληλεπιδράσουν με το περιβάλλον τους.
Θα ήταν όμως εξαιρετικά δύσκολο να επικοινωνήσουμε με τέτοια «όντα».
Πρώτον γιατί θεωρείται πιθανότερο να χρησιμοποιούν την ακτινοβολία γ για να ανταλλάζουν πληροφορίες μεταξύ τους παρά τα ραδιοκύματα, και δεύτερον ο χρόνος θα είχε γι’ αυτά τελείως διαφορετικό περιεχόμενο.
Από τη Φυσική είναι γνωστό ότι ένας ατομικός πυρήνας μετατοπίζεται κατά απόσταση ίση με το μέγεθος του μέσα σε 10-21
Είναι λοιπόν κατανοητό ότι οι χρονικές κλίμακες που θα σχετίζονταν με την εξέλιξη τούτων των υποτιθέμενων «οργανισμών», θα διέφεραν πολύ από τις αντίστοιχες ανθρώπινες.
Σε μία άλλη εκδοχή ορισμένοι φαντάσθηκαν ότι υπάρχουν οργανωμένα και σκεπτόμενα μεσοαστρικά νέφη που «τρέφονται από το φως των άστρων, σενάρια που μας προϊδεάζουν για τις εκπλήξεις που μας επιφυλάσσει το μέλλον σε αυτό το πεδίο έρευνας.
Για να καταλήξουμε, οι περισσότεροι επιστήμονες δεν αποκλείουν την εμφάνιση ζωής οποιασδήποτε μορφής κάπου στο Σύμπαν.
Αρκετοί αστρονόμοι δηλώνουν ότι υπάρχουν τόσα πολλά άστρα (αρκετά δισεκατομμύρια δισεκατομμυρίων), ώστε ακόμη και αν ένα πολύ μικρό ποσοστό πλανητών συγκεντρώνει τις κατάλληλες συνθήκες, η ζωή θα πρέπει να αποτελεί ένα συνηθισμένο φαινόμενο στο Σύμπαν.
Είναι γεγονός ότι οι αστρονόμοι τα τελευταία 50 χρόνια έχουν κάνει πολλές προσπάθειες σε ότι αφορά τον εντοπισμό εξωγήινης ζωής και νοημοσύνης στα πλαίσια μιας εκτεταμένης διαστρικής έρευνας.
Όμως παρά την επίμονη έρευνα, η ανθρωπότητα δεν έχει εντοπίσει ακόμη ούτε ένα ίχνος πειστικής μαρτυρίας για την ύπαρξη νοήμονος εξωγήινης ζωής στο γαλαξία μας.
Δεν είναι απίθανο κάποια στιγμή να δεχθούμε μια εξωγήινη επίσκεψη και είναι σίγουρο πως οι αστρονόμοι πρώτοι θα σπεύσουν να βάλουν τις σαμπάνιες στον πάγο.
Όσο για εκείνους που υποστηρίζουν ότι εξωγήινοι επισκέφθηκαν τη Γη στο παρελθόν και δίδαξαν σε αρχαίους λαούς τον πολιτισμό τους, θα πρέπει να γνωρίζουν πως αυτό αποτελεί βαρύτατη προσβολή για τους λαούς αυτούς και τα επιτεύγματά τους.
Οι σχετικές «αποδείξεις» που προβάλλονται, είναι τελικά κατασκευασμένες, ενώ το γεγονός ότι υποτιμόνται οι συγκεκριμένοι πολιτισμοί και παρουσιάζονται ως «πρωτόγονοι» αγγίζει τα όρια του ρατσισμού.
Όπως συμβαίνει και με την αστρολογία είναι ανέντιμο να εκμεταλλεύεται κανείς τόσο απροκάλυπτα την αφέλεια του κοινού. Το πιο φρόνιμο θα ήταν να κάνουμε υπομονή και να παρακολουθούμε με προσοχή τα αποτελέσματα των επιστημονικών ερευνών, παρά να εμπιστευόμαστε τις χωρίς κανένα αποδεικτικό στοιχείο μαρτυρίες κάποιων, που στις περισσότερες των περιπτώσεων, έχοντας σαν κίνητρο προσωπικά συμφέροντα αλλά και επικίνδυνες σκοπιμότητες εκμεταλλεύονται βάναυσα την ανθρώπινη ευπιστία.
Πηγη http://www.sfak.org