Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

Διπλάσιο πάγο χάνει η Ανταρκτική

Η Ανταρκτική χάνει 159 δισ. τόνους πάγου τον χρόνο, ποσότητα διπλάσια από αυτή που εκτιμούσαν οι επιστήμονες.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει νέα μελέτη η οποία εξέτασε δεδομένα των τριών τελευταίων ετών από τον δορυφόρο Cryosat του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA).
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, η τήξη μιας τέτοιας ποσότητας πάγου μεταφράζεται σε άνοδο της θαλάσσιας στάθμης κατά 0,45 χιλιοστά τον χρόνο, μόνο από τη Λευκή Ηπειρο.
Η νέα μελέτη, η οποία έρχεται από επιστήμονες του Κέντρου Πολικών Παρατηρήσεων και Μοντέλων της Βρετανίας και δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Geophysical Research Letters», επιβεβαιώνει τα αποτελέσματα δυο άλλων ερευνητικών εργασιών από αμερικανούς επιστήμονες οι οποίες διαπιστώνουν ότι η κατάρρευση των πάγων της Δυτικής Ανταρκτικής είναι μη αναστρέψιμη.
Η μία έχει γίνει δεκτή προς δημοσίευση στην ίδια επιθεώρηση και ανακοινώθηκε με έκτακτη συνέντευξη Τύπου την περασμένη εβδομάδα από τη NASA ενώ η άλλη δημοσιεύθηκε από ομάδα του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στην επιθεώρηση «Nature».
Η τελευταία δημοσίευση είναι ωστόσο ευρύτερη - αντί να εστιάζει στη Δυτική Ανταρκτική, όπως οι προηγούμενες, καλύπτει συνολικά ολόκληρη την ήπειρο και μάλιστα διαπιστώνει διαφορές στον ρυθμό της τήξης των πάγων στα διάφορα σημεία της.
Οι ερευνητές από τη Βρετανία μοίρασαν την Ανταρκτική σε τρεις περιοχές: τη Δυτική Ανταρκτική, την Ανατολική Ανταρκτική και τη Χερσόνησο της Ανταρκτικής (τη λωρίδα γης που προχωρεί προς τη Νότια Αμερική).
Οπως αναφέρουν, τα δεδομένα του Cryosat δείχνουν ότι και οι τρεις αυτές περιοχές χάνουν πάγο (κατά μέσο όρο εκτιμάται ότι το παγοκάλυμμα μειώνεται σχεδόν 2 εκατοστά τον χρόνο), όμως οι απώλειες παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές.
Συγκεκριμένα, από το 2010 ως το 2013 η Δυτική Ανταρκτική έχασε περίπου 134 δισ. τόνους πάγο τον χρόνο, η Ανατολική Ανταρκτική έχασε 3 δισ. τόνους πάγου τον χρόνο και η Χερσόνησος της Ανταρκτικής 23 δισ. τόνους πάγου τον χρόνο.
Η μέση τιμή της λέπτυνσης του πάγου στη Δυτική Ανταρκτική έχει αυξηθεί σε σχέση με τις προηγούμενες μετρήσεις ενώ η ετήσια απώλεια πάγου στην ίδια περιοχή είναι κατά ένα τρίτο μεγαλύτερη από ό,τι έδειχναν οι μετρήσεις που είχαν γίνει στην πενταετία που είχε προηγηθεί της εκτόξευσης του Cryosat.
Το ότι η Δυτική Ανταρκτική χάνει περισσότερο πάγο από ό,τι η υπόλοιπη ήπειρος δεν αποτέλεσε έκπληξη για τους επιστήμονες.
Η περιοχή αυτή θεωρείται ιδιαίτερα ευάλωτη από τη δεκαετία του 1960, όταν άρχισαν να γίνονται παρατηρήσεις εκεί.
Το πιο ασταθές τμήμα της είναι ο Κόλπος Αμουνδσεν, ο οποίος περιλαμβάνει έξι από τους μεγαλύτερους και ταχύτερα κινούμενους παγετώνες του πλανήτη.
Οι δυο μελέτες της περασμένης εβδομάδας είχαν εστιάσει το ενδιαφέρον τους εκεί και είχαν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η κατάρρευση των συγκεκριμένων παγετώνων είναι μη αναστρέψιμη και θα επέλθει μέσα στους επόμενους αιώνες.
Τα ευρήματα από τα δεδομένα του Cryosat φαίνονται να «δένουν» με τις προηγούμενες διαπιστώσεις αφού αποκαλύπτουν ότι αυτό το «κομμάτι» της Δυτικής Ανταρκτικής χάνει τον πάγο του ταχύτερα από οποιοδήποτε άλλο.
«Διαπιστώσαμε ότι οι απώλειες πάγου εξακολουθούν να είναι πιο έντονες στους ταχέως κινούμενους παγετώνες του τομέα της Θάλασσας Αμουνδσεν, με τιμές λέπτυνσης 4-8 μέτρα τον χρόνο κοντά στη γραμμή εδάφους - στο σημείο όπου οι ροές πάγου αφήνουν τη στεριά και αρχίζουν να επιπλέουν στη θάλασσα - των παγετώνων Πάιν Αϊλαντ, Θουέιτς και Σμιθ» δήλωσε σε δελτίο Τύπου ο Μάλκομ Μακ Μίλαν από το Πανεπιστήμιο του Λιντς στη Βρετανία, κύριος συγγραφέας της μελέτης.
Στον παγετώνα Σμιθ μάλιστα τα δεδομένα του Cryosat δείχνουν «πτώση» 9 μ. τον χρόνο.
«Αν και έχουμε πλέον την τύχη, μέσω του Cryosat, να μπορούμε να παρακολουθούμε σε επίπεδο ρουτίνας τα πολικά παγοκαλύμματα, η αυξημένη λέπτυνση που ανιχνεύσαμε στη Δυτική Ανταρκτική αποτελεί ανησυχητική εξέλιξη» τόνισε ο καθηγητής Αντριου Σέπαρντ από το Πανεπιστήμιο του Λιντς, επικεφαλής της μελέτης.
Ο δορυφόρος Cryosat, ο οποίος τέθηκε σε τροχιά το 2010, διαθέτει έναν εξελιγμένο υψομετρητή ραντάρ ο οποίος μπορεί να μετράει με εξαιρετική λεπτομέρεια τις διαφορές ύψους στην επιφάνεια του πάγου προσφέροντας έτσι στους επιστήμονες τη δυνατότητα να καταγράφουν τις μεταβολές στον όγκο του παγοκαλύμματος με πρωτοφανή ακρίβεια.
Ο δορυφόρος παρατηρεί σχεδόν ολόκληρη την Ανταρκτική (για να είμαστε απολύτως ακριβείς το 96% της ηπείρου, φθάνοντας σε απόσταση 215 χλμ. από τον Νότιο Πόλο) ενώ έχει αυξημένη κάλυψη στις ακτές, όπου σημειώνεται και η μεγαλύτερη απώλεια πάγου.
ΠΗΓΗ: tovima.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου